字典 中国的 - 希腊语

中文, 汉语, 漢語 - ελληνικά

梯子 在希腊语中:

1. σκάλα σκάλα



希腊语 单词“梯子“(σκάλα)出现在集合中:

Εργαλεία εργαστηρίου στα κινέζικα