字典 中国的 - 希腊语

中文, 汉语, 漢語 - ελληνικά

店铺扒手 在希腊语中:

1. κλέφτης



希腊语 单词“店铺扒手“(κλέφτης)出现在集合中:

Εγκληματίες στα κινέζικα