字典 越南 - 希腊语

Tiếng Việt - ελληνικά

bít tất 在希腊语中:

1. κάλτσες κάλτσες



希腊语 单词“bít tất“(κάλτσες)出现在集合中:

Ρούχα στα βιετναμέζικα