字典 荷兰人 - 希腊语

Nederlands, Vlaams - ελληνικά

Vierkant 在希腊语中:

1. τετράγωνο τετράγωνο



希腊语 单词“Vierkant“(τετράγωνο)出现在集合中:

Ονόματα σχημάτων στα ολλανδικά