字典 西班牙语 - 希腊语

español - ελληνικά

Periódico 在希腊语中:

1. Εφημερίδα Εφημερίδα


Κάθησε κάτω και διάβασε την εφημερίδα.
Κάθησε και διάβασε την εφημερίδα.