字典 英语 - 希腊语

English - ελληνικά

slight 在希腊语中:

1. ελαφρύ


Δεν έχω τη διάθεση για σοβαρές συζητήσεις. Ας μιλήσουμε για κάτι ελαφρύ - έχεις δει πρόσφατα καμιά καλή ταινία;

希腊语 单词“slight“(ελαφρύ)出现在集合中:

Notes 15/10/2018 (a)