字典 英语 - 希腊语

English - ελληνικά

hearing 在希腊语中:

1. ακοή ακοή



希腊语 单词“hearing“(ακοή)出现在集合中:

Notes 31/07/2018

2. ακρόαση ακρόαση



希腊语 单词“hearing“(ακρόαση)出现在集合中:

Notes 21/09/2018