字典 英语 - 希腊语

English - ελληνικά

Eyeglasses 在希腊语中:

1. Γυαλιά Γυαλιά


Μπορώ να διαβάσω χωρίς γυαλιά.

希腊语 单词“Eyeglasses“(Γυαλιά)出现在集合中:

Body parts (Greek for Luka)