字典 希腊语 - 中国的

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

ψαλίδι 用中文:

1. 剪刀 剪刀



中国 单词“ψαλίδι“(剪刀)出现在集合中:

Εξοπλισμός γραφείου στα κινέζικα