字典 希腊语 - 中国的

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

πυροσβέστης 用中文:

1. 消防队员 消防队员



中国 单词“πυροσβέστης“(消防队员)出现在集合中:

Επαγγέλματα στα κινέζικα