字典 希腊语 - 中国的

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

ποδήλατο 用中文:

1. 自行车 自行车


真倒霉,我自行车的车带被扎破了。/ 为了安全,每辆自行车都应该安装车铃。

中国 单词“ποδήλατο“(自行车)出现在集合中:

Τα μέρη του ποδηλάτου στα κινέζικα