字典 希腊语 - 中国的

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

πλαστογραφία 用中文:

1. 伪造品 伪造品



中国 单词“πλαστογραφία“(伪造品)出现在集合中:

Εγκλήματα στα κινέζικα