字典 希腊语 - 中国的

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

μαλλιά 用中文:

1. 头发 头发



中国 单词“μαλλιά“(头发)出现在集合中:

Μέρη του σώματος στα κινέζικα