字典 希腊语 - 中国的

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

ανιψιά 用中文:

1. 侄女 侄女



中国 单词“ανιψιά“(侄女)出现在集合中:

Μέλη της οικογενειας στα κινέζικα