字典 希腊语 - 荷兰人

ελληνικά - Nederlands, Vlaams

διάρρηξη 用荷兰语:

1. inbraak inbraak



荷兰人 单词“διάρρηξη“(inbraak)出现在集合中:

Εγκλήματα στα ολλανδικά