字典 希腊语 - 阿拉伯语

ελληνικά - العربية

σαλιγκάρι 用阿拉伯语:

1. حلزون حلزون



阿拉伯语 单词“σαλιγκάρι“(حلزون)出现在集合中:

Ζωύφια και έντομα στα αραβικά