字典 希腊语 - 阿拉伯语

ελληνικά - العربية

μηχανικός 用阿拉伯语:

1. مهندس مهندس



阿拉伯语 单词“μηχανικός“(مهندس)出现在集合中:

Επαγγέλματα στα αραβικά