字典 希腊语 - 阿拉伯语

ελληνικά - العربية

κασκόλ 用阿拉伯语:

1. وشاح وشاح



阿拉伯语 单词“κασκόλ“(وشاح)出现在集合中:

Ρούχα στα αραβικά