字典 希腊语 - 阿拉伯语

ελληνικά - العربية

καρφί 用阿拉伯语:

1. مسمار مسمار



阿拉伯语 单词“καρφί“(مسمار)出现在集合中:

Εργαλεία εργαστηρίου στα αραβικά