字典 希腊语 - 阿拉伯语

ελληνικά - العربية

εθνικότητα 用阿拉伯语:

1. جنسية جنسية



阿拉伯语 单词“εθνικότητα“(جنسية)出现在集合中:

Προσωπικά δεδομένα στα αραβικά