字典 希腊语 - 阿拉伯语

ελληνικά - العربية

γόμα 用阿拉伯语:

1. ممحاة ممحاة



阿拉伯语 单词“γόμα“(ممحاة)出现在集合中:

Εξοπλισμός γραφείου στα αραβικά
Σχολικά είδη στα αραβικά