字典 希腊语 - 阿拉伯语

ελληνικά - العربية

έγκλημα 用阿拉伯语:

1. جريمة جريمة



阿拉伯语 单词“έγκλημα“(جريمة)出现在集合中:

Εγκλήματα στα αραβικά